Κείμενα Αισθητικής
 
1
Φορώ το προσωπείο της υποκριτικής, σημαίνει ότι παύω να είμαι ο επιφανειακός εαυτός μου και ότι ενσαρκώνω κατά τη διάρκεια της μεταμφίεσης μια οντότητα ενός αόρατου ανθρώπου, ενός φαντάσματος, την <<άλλη>> δύναμη που με κυριεύει είμαι ο εαυτός που συμμετέχει στην ιεροτελεστία και τον οδηγεί στη <<μίμηση>>της φωνής και του σώματος, δηλαδή ένα άγαλμα που σπάει τη χρόνια σιωπή του.

Η αργή αποκάλψη και ο διχασμός που συντελείται με το προσωπείο της υποκριτικής, καθώς αυτό καθιστά την όψη μη αναγνωρίσιμη, σημαίνουν την αποξένωση μου απο τον επιφανειακό και υστερικά νευροφανή εαυτό μου και την υποταγή σε μια καινούργια εξουσία που του επιβάλλεται, αδιαφορώντας για το ότι εμφανίζεται ο φόβος, η καρδιά πάει να σπάσει, νιώθει κάτι - ανεξήγητα - περίεργο, πως βρίσκεται μακριά, νευρικότητα, ένταση και αγωνία. Μιλάμε για έναν άλλο άνθρωπο που νιώθει ελεύθερος όσο για να εξακοντιστεί μέχρι την έκθεση. Μόνη συνοδός του η ευχαρίστηση, η ευφορία της χαρμολύπης μέσα απο το κάλυμμα ή την προστασία της ταπεινότητας της πράξης του.

Μ' αυτό τον τρόπο εγκαθιδρύεται ανάμεσα στον υποκριτή και τον αυτόπτη μάρτυρα μια συνέχεια, πραγματοποιείται μια ανταλλαγή θέσεων που μπορεί να οδηγήσει μέχρι τη σύγχυση ή ακόμα και την ταύτιση με το δυστύχημα. Φτάνει να κοιτάξει τα μάτια του προσωπείου και το βλέμμα του θα αιχμαλωτιστεί.

<<Θα τα καταλάβει όλα>>, αρκεί να απομακρύνει την ηθική του δικαίου. Είναι ένα παιχνίδι του τυχαίου και στιγμιαίου που παίζεται χρονια, λες και τίποτα δεν έχει αλλάξει και τα προσωπεία ήταν πάντα απαραίτητη σκευή, που την εγκαταλείπει μόνο για να την τοποθετήσει απέναντι του σαν σκιά ή σαν καθρέφτισμα, που μπορεί να αντανακλά το βλέμμα του, ή σαν παράδοξο.

Εκεί βρίσκεται και η φήμη του καλού προσωπείου, απαραίτητη για την ύπαρξη και συνέχεια του θεάτρου και του υποκριτή.

ΥΓ.

Υστερα απο συζήτηση δεχόμαστε ότι το προσωπείο της υποκριτικής στη χώρα μας παίζεται σε μεγάλη κλίμακα στην κοινωνία μας, καθιστώντας πολλές φορές αδύνατη την αξιοποίηση του απο το θέατρο. Ετσι, στην ορχήστρα της σημερινής νεολληνικής πραγματικότητας, όταν τα μέλη της κοινωνίας μας παραβλέπουν την έκθεση και υποκρίνονται τόσο χυδαία, το θέατρο , μη (μπορώντας) έχοντας τη δυνατότητα να παραβλέψει παράδοση που το θέλει να ζει στα σκοτεινά ή φωτεινά μέρη της οργανωμένης κοινωνίας μας, στέκει ανήμπορο παρακολουθώντας την εξουσία του ασύδοτου να διαλύει κάθε σκέψη για πράξη επίκαιρη. Οσο για το κοινό, χορτασμένο απο τη θεατρινίστικη συμπεριφορά των αστέρων του μεγάλου θεάτρου, αποστρέφεται ή πετά τα αποφάγια του σαν έτοιμο απο καιρό να κοιμηθεί μετά το μεγάλο φαγοπότι της κεντρικής σκηνής του.

Β.Κανελλόπουλος

2

Η σιωπή καί τό σκοτάδι έρχονται απο το χρόνο και ξεπερνούν το θάνατο. Αν λοιπόν θεϊκές ερμηνεύονται οι αιώνιες αινιγματικές κινήσεις του σύμπαντος, οι φανερές και κρυφές χειρονομίες του, τότε ο άνθρωπος απεικόνιση του Κόσμου, είναι πλασμένος απο σιωπή και σκοτάδι: ενέργεια των συμπαντικών δυνάμεων. Η Οδύσσεια να φανερώσει το γλυπτό του στη μεγαλοπρέπεια των γραμμών του, μέσα απο το κοσμικό σκοτάδι και τη σιωπή, καθοδηγώντας τις μοιραίες κινήσεις του στο φανερό και εξορισμένο νησί του, τον οδηγούν στο λόγο που ακολουθεί τη σιωπή, και που πολλές φορές στοχεύει σ' αυτή.

Λέμε πως η σιωπή είναι αυτό που δεν έχει λόγο. Δεν μπορούμε να το ακούσουμε ή να ακουστεί, δηλαδή, δεν μπορεί να υπάρξει στο τοπίο των αισθήσεων. Λέμε ακόμα πως η σιωπή και το σκοτάδι έχουν την ίδια υπόσταση, την ίδια αναπνοή. Φαίνεται σαν ουτοπία να μιλάμε για τη σιωπή με λόγια και για το σκοτάδι με φως.

Οι δάσκαλοι μας όμως είπαν, πως όποιος πιστεύει στο φως και στον ήχο, αφήνει ίχνη στο σκοτάδι και στη σιωπή.

Το μυστικό της σιωπής, ο φόβος του θανάτου.

Το μυστικό του σκοταδιού, ο φόβος του θανάτου.

Το μυστικό του έρωτα, ο φόβος του θανάτου.

Το μυστικό του λόγου, ο φόβος του θανάτου.

Το μυστικό της θεατρικής πράξης, ο φόβος και η αναστολή ενός επερχόμενου θανάτου.

Δεν θα ασχοληθώ με την άθραυστη σιωπή του μίμου ή της μαριονέτας . Η ηχώ της σκεπάζει ή δίνει τροφή ακόμα και στο λόγο. Ούτε με την σιωπή του μοναχού, του ύπνου, του θανάτου, ή της ανυπαρξίας. Ούτε ακόμα με την ανέκφραστη σιωπή, που προκαλεί σήμερα η φλυαρία της εικόνας. Θα ακολουθήσω την εύθραστη σχοινοβασία της θεατρικής σιωπής, το λόγο της θεατρικής παύσης, την αγωνία - ανάγκη του χαρακτήρα να ακουστεί η σιωπή του.

Ο καθρέφτης δεν θα μας μιλήσει για το φως που αφήνουμε, ούτε για το σκοτάδι που φανταζόμαστε μπροστά μας. Αντίθετα, ''Το προσωπείο της υποκριτικής'', φλογισμένο απο την μνήμη, δηλώνει απουσία και ταυτόχρονα οδηγεί το εσωτερικό μας γλυπτό. Οσο πιο βαθιά βλέπουμε το ουρανό του, τόσο πλησιάζουμε το ''παρελθόν στη στγμιαία του απόδοση''.

Στη θεατρική σιωπή ο ηθοποιός σκοπεύει με τα κάτοπτρα του εσωτερικού του κόσμου το θεατή, όχι αναγκαστικά για να του φανερώσει τη ψευδαίσθηση της πραγματικότητας, αλλά για να εξαφανίσει στη πραγματικότητα την ίδια του την ύπαρξη. Για να τον διαλέξει το θέατρο και να τον υψώσει σε διαμεσολαβητή της θεατρικής πράξης και του φόβου ή της ανυπαρξίας που διαπερνά τον αισθητό κόσμο του ''αυτόπτη μάρτυρα''. Ετσι αυτός θα αντιληφθεί, ότι ο κόσμος της ύπαρξης υφίσταται και σαν νοσταλγική ανάμνηση της ζωής μέσα στο φανταστικό κόσμο του θεάτρου.

Το θέατρο, ο κατεξοχήν χώρος δράσης εν δυνάμη παρουσίας και έκθεσης, δεν μπορεί να είναι άδειος ούτε και χωρίς λόγο δοσμένο ή λόγο φανταστικό. Η σιωπή, μέρος αυτού του φανταστικού λόγου, δεν είναι εύκολο να φανερωθεί. Μέσα σ' αυτή ζυγίζεται η ψυχή του ηθοποιού. Για να τον ανακαλύψει, πρέπει να την ψάξει μα πάθος αλλά και πειθαρχία, με δύναμη αλλά και φαντασία, με σκληρότητα και τρυφεράδα. Με υπομονή και επιμονή, δύναμη και ευαισθησία να σηκώσει όλες τις πέτρες για να του φανερωθεί. Και αυτή σαν ανταπόδοση θα ζωντανέψει το εσωτερικό του γλυπτό.

Η ανείπωτη αλήθεια , αυτή η μυστηριώδης ξένη των ημερών μας, μπορεί να λειτουργεί σε όλα τα μέρη της θεατρικής πράξης :Πριν, μετά ή κατά τη διάρκεια της, να την αρχίζει ή να τη τελειώνει.

Αναγνωρίζουμε ότι η πράξη πολλές φορές μας κάνει να σιωπούμε. Φορτίζει τη σιωπή μας με μια ποιότητα ανάλογη της συγκέντρωσης μας. Εκει δεν δοκιμάζουμε να αρθρώσουμε. Δημιουργούμε στο ζωντανό χώρο της πράξης.

Αλλες φορές, η σιωπή μας μένει μετέωρη, μοναχική και εγκλωβίζεται. Αυτός ο αποκλεισμός την οδηγεί σε ασφυξία, την αναγκάζει να δεχτεί ένα μέλλον ορατό: να γεννήσει λόγο ή αλλιώς να προσδώσει δια λόγου ποιότητες που πριν ήταν αόρατες . Ετσι προσμένουμε το λόγο της ανάγκης, τον απαραίτητο αέρα στη μαγική ζωή του θεάτρου.

Επίσης ξέρουμε πως ο λόγος στο θέατρο είναι συνήθως παρών. Οταν χύνεται στη θεατρική σιωπή - παύση χάνεται. Και καθώς χάνεται ενώνεται με την απουσία του για να μας επιβάλλει τελικά με την μεγαλοπρέπεια των ήσυχων νερών, κραυγαλέα στο χρόνο τη παρουσία του.

Είναι ακόμα γεγονός πως η δράση στο θέατρο περιστοιχίζεται απο την θεατρική σιωπή ή την αγκαλιάζει αντιδρώντας ανάλογα με την δυναμική που τελικά εισπράττει.

Για μας, η σιωπή του ηθοποιού έχει την αξία της πνευματικότητας του. Οργώνει τους δρόμους του ζωντανεύει τις μνήμες του και δηλώνει επιθυμίες ενός αμίλητου λόγου. Είναι απο τα εξαιρετικά συστατικά ενός ηδονικού γεύματος. Η ποιότητα της θα βοηθήσει να αποκαλυφθεί η ποιότητα και η ποσότητα του διαλόγου. Δεν συντρέχει θέμα αποκατάστασης της συνέχειας, διότι εδώ δεν υπάρχει τραυματισμένος διάλογος.

Ως τώρα ο λόγος ήταν για τα αθέατα κοιτάσματα που φανερώνει η σιωπή στα χέρια του θεατρίνου. Προσπαθήσαμε να αγγίξουμε τη θεατή πλευρά της θεατρικής σιωπής. Η αθέατη βρίσκεται στον ''αυτόπτη μάρτυρα''. Είναι αλήθεια πως του προκαλεί σύγχυση ή ακόμα περισσότερο τον δυσαρεστεί. Υποχρέωση του είναι να τη λιάσει.

ΥΓ. : Αν και οι μαριονέτες σήμερα βλέπουν/με σίγουρα κατά ένα μέρος τα σκοινιά τους/μας προσποιούνται πως βρίσκονται στην εποχή του ηλιοκεντρικού τρόπου ζωής.

Β. Κανελλόπουλος

3

Το θέατρο μπορεί να μην υπηρετεί κάποιο σκοπό ούτε να γίνεται μόνο για αισθητική απόλαυση, αλλά να αποβλέπει στο να ξυπνήσει τη συνείδηση και ν' αποκαλύψει την "αλήθεια" του καθενός μας. Ο ηθοποιός λοιπόν δεν παίζει για να εκτελεί με κινήσεις και λόγο το έργο, αλλά για να καλλιεργηθεί αυτός πρώτα απ'όλα. Ετσι θα έχουμε μία τέχνη, πέρα απο την τεχνική, που η "αλήθεια" της θα πηγάζει απο βαθύτερα αίτια.

Ο ηθοποιός, το έργο, μαζί και το κοινό δεν θα πρέπει να είναι ξεχωριστά πράγματα, αλλά να τα δούμε σαν μια ενότητα ολοκληρωμένη.

Ο ηθοποιός δεν χρειάζεται να συνειδητοποιεί την πράξη που επιτελεί στη σκηνή, αλλά ν'απαλλαχθεί απ' το "εγώ" και τη τεχνική του, να προσπαθήσεινα βρεί την παιδική στάση, ματιά και αίσθημα απέναντι στον περίγυρο του, καί έτσι να αντιμετωπίσει με σεμνότητα και σεβασμό το κείμενο και το κοινό, δηλαδή τον εαυτό του.

Η στάση του λοιπόν απέναντη στην τέχνη του πρέπει να είναι "χαλαρή" γιατί τότε μόνον μπορούν οι αλήθειες, τα συναισθήματα και οι πράξεις να εισχωρήσουν μέσα μας και πολλές φορές ν' ανατρέψουν τη γνώμη μας για τα πράγματα και τη γνώμη μας για τον κόσμο.

Β. Κανελλόπουλος



 

Κωνσταντίνος Καβάφης - Μπέρτολτ Μπρέχτ - Β.Ε.Μέγιερχολντ - Κάρολος Κούν - ¶ντον Τσέχοφ - Henri Laborit - Σάββας Κονταράτος - Ζαν Ζενέ

Κείμενα Αισθητικής - Β. Κανελλόπουλος

Ο ηθοποιός κι ο θάνατος
Le symbole, ce n' est pas' l' image, c' est la pluralite meme des sens - Roland Barthes

Ο ΗΛΙΑΣ ΚΑΠΕΤΑΝΑΚΗΣ και το νεοελληνικό θέατρο στο τέλος του 19ου αιώνα - Δ.Σπάθης